Αναζήτηση τίτλων.

Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ Δρ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ Χ. ΜΗΤΣΙΟΥ

Βιβλιοπαρουσίαση της 4ης Νοεμβρίου 2001) 

 
Αποτελεί τιμή και χαρά για μένα να προλογίζω το παρόν ιστορικό - φιλοσοφικό εκπόνημα του Βλάση Ρασσιά. Διότι ο Ρασσιάς. ως ουσιώδης μελετητής του Ελληνικού Πολιτισμού και μέτοχος της Ελληνικής Παιδείας, κατέστη γνήσιος κοινωνός του Ελληνικού Έθους. Ως εκ τούτου, είναι ένας έγκριτος ιστορικός, απολύτως συμβατός με τα λόγια και τις πράξεις του, αλλά ασύμβατος με τις διάφορες κοινότυπες και κοινότοπες "σειρήνες" των καιρών μας, οι οποίες μέσωι υπερβολών, παραλογισμών, συνδιαλλαγών με δόγματα ή δοσοληψιών με εταιρείες σατυρίζουν και διασύρουν, εν τέλει, τον Ελληνισμό. Διότι ο Ρασσιάς παραμένει ασυμβίβαστος απέναντι στα εξουσιαστικά κέντρα και παραρτήματα, ακόμη και όταν αυτά φορούν ψευδο-ελληνίζοντα προσωπεία, προκειμένου να κοροϊδέψουν, να παρασύρουν και να αποδυναμώσουν την εντόπια δυναμική της επανελληνοποιήσεως και την οικουμενική τάση αναγεννήσεως των μακραιώνων Εθνικών Παραδόσεων. 
 
Κάποια στιγμή λοιπόν, με ερώτησε ο Ρασσιάς, ποια είναι η προσωπική μου στάση απέναντι στις φιλοσοφικές σχολές και ποια επιλέγω εγώ. Του απάντησα ότι περισσότερο με εκφράζει η τοποθέτηση του Λουκιανού στον φιλοσοφικό και σατυρίζοντα διάλογό του με τίτλο "Περί Αιρέσεων" (δηλαδή περί των φιλοσοφικών σχολών και όχι, βεβαίως, χριστιανο- δογματικών αντιθέσεων) ή "Ερμότιμος", όπου ο Λουκιανός ασκεί έντονη και σκληρή κριτική στα συντεταγμένα φιλοσοφικά ρεύματα και ιδίως στους Στωϊκούς και υποστηρίζει εν ολίγοις ότι χρειαζόμαστε τόση γνώση της Φιλοσοφίας, όσο για να ευτυχούμε στην καθημερινή μας ζωή, χωρίς να χρειάζεται να καταστούμε οπαδοί και υποστηρικτές ιδεολογιών. Ίσως η απάντησή μου να ήταν πρόκληση για τον Ρασσιά γιατί τότε ακριβώς μου ζήτησε να του προλογήσω το παρόν σύγγραμμά του για την Στωϊκή Φιλοσοφία.  
  
Ως εκ τούτου δικαιούμαι να είμαι αυστηρός και επικριτικός απέναντι στο εν λόγωι εκπόνημα. Διότι ο Ρασσιάς, όπως και σημαντικώτατοι προγενέστεροι μελετητές της Φιλοσοφίας (π.χ. Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Γιάννης Κορδάτος κ.ά.), υπερτιμά σε κάποια σημεία τις θέσεις που αποδέχεται και υποτιμά σε κάποια άλλα τις θέσεις που απορρίπτει, προκειμένου ν’ αναδείξει στο μέγιστο βαθμό την φιλοσοφική του θέση, ως ιδεώδες, επιμένει δε να προσπερνά τις κοινωνικές,  πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που συντελούν στην εμφάνιση και ανάπτυξη ιδεών (προσωπικώς θεωρώ πως όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα έχουν τις μεγάλες και τις μικρές στιγμές τους, καθώς και τους περισσότερο ή λιγώτερο αξιόλογους εκπροσώπους τους, αναλόγως των προσωπικοτήτων και των καιρών τους οποίους βιώνουν). 

Ωστόσο, το "Θεοίς Συζήν. Εισαγωγή στον Στωϊκισμό", όπως και ο τίτλος του δηλώνει άλλωστε, αποτελεί εισαγωγή και δεν μπορούμε ίσως να έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις για ανάλυση των απείρων παραμέτρων, καθώς μάλιστα ο συγγραφέας του μελετάει, νοιώθει και βιώνει τον Στωϊκισμό λόγωι και έργωι. Εμφανώς προσπαθεί να μας δώσει όχι ένα βιβλίο επιδείξεως αφυδατωμένων φιλοσοφικών γνώσεων, αδιαφορώντας, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, για τον βαθμό που τα παρουσιαζόμενα θα γίνουν κατανοητά από τον αναγνώστη, αλλ’ αντιθέτως ένα βιβλίο, το οποίο διαμέσου μίας ζωτικής δυναμικότητος θα λειτουργήσει μεταδοτικώς, μυητικώς και προτρεπτικώς, για την έμπρακτη εφαρμογή των νοημάτων του εις τον σύγχρονο καθημερινό μας βίο.  
  
Ο συγγραφέας αγαπά τους Στωϊκούς φιλοσόφους και την Στωϊκή Φιλοσοφία και καταφέρνει μέσα από αυτό το απλογραμμένο, καλογραμμένο και εμπεριστατωμένο έργο του ν’ αποκαταστήσει και παρουσιάσει εκ νέου τον Στωϊκισμό, βάσει προσεκτικής αξιολογήσεως των γνώσεων περι αυτού που έχουμε, προς στιγμήν, υπ’ όψιν μας. Διότι ο Στωϊκισμός, όπως λιγώτερο ή περισσότερο ολόκληρη η Φιλοσοφία των Ελλήνων, διεσύρθη, διεστρεβλώθη, διεπομπεύθη, απεσιωπήθη ή απεκρύφθη. Έτσι, ο Ρασσιάς απαλλοτριώνει τις λέξεις "Φιλοσοφία", "Παράδοση" κ.λπ., που καταχρηστικώς, καταπατητικώς και ληστρικώς πολλές φορές χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν αντιλήψεις -ωσάν τις υπόδουλες σε εξουσιαστικά και θεοκρατικά συμφέροντα- που ουδεμίαν σχέσιν έχουν με την Εθνική Παιδεία και Φιλοσοφική Παράδοση των Ελλήνων, όπως αυτές διεμορφώθησαν, δηλαδή με τρόπο φυσικό και αβίαστο, αρμονικό και ηρωϊκό, ελεύθερο και υπερήφανο. Θα σταθώ πάντως ιδιαιτέρως σ’ ένα σημείο του "Θεοίς Συζήν", το οποίο παρατίθεται επίσης και σε άλλες δημοσιεύσεις του συγγραφέως, διότι κρίνω σκόπιμο να τονισθεί ιδιαιτέρως:  

"..δύο από τις πιο χαρακτηριστικές ιδιότητες  αυτού του μεταελληνικού κόσμου στον οποίον ζει εδω και 16 αιώνες η ανθρωπότητα, είναι η υπερβολική ασάφεια και η μεγάλη δεξιοτεχνία στην παραποίηση. Αυτή η ίδια η προέλευση άλλωστε του συγκεκριμένου "πολιτισμού" που τώρα κυριαρχεί, προϋποθέτει αξιωματικά κάτι τέτοιο, αφού ένας πολύ πονηρός τρόπος για να κρύβει κανείς την όποια ανεπιθύμητη γι’ αυτόν αλήθεια, είναι να μιλάει ακατανόητα ή με ασάφεια, αλλά και να παραχαράσσει ή να παραποιεί γεγονότα και νοήματα".  

Πράγματι πολύ βασική και καίρια η επισήμανση του συγγραφέως και ακριβώς αυτό έρχεται να επαναφέρει και ν’ αποκαθάρη. Την αλήθεια των εννοιών και των σημασιών, όπως αυτές εμφανίζονται και αναπτύσσονται στην ιστορική πραγματικότητα της φιλοσοφικής δημιουργίας.  

Ακριβώς για τον λόγο αυτόν, το παρόν βιβλίο αποτελεί μία πολυσήμαντη προσφορά - κατάθεση στην ελληνική βιβλιογραφία και ειδικώς όσον αφορά στους Στωϊκούς, την σκέψη και την δράση τους. Πρόκειται για μία εξαίσια εργασία, αποτέλεσμα μίας επίπονης μελέτης, η οποία, κατά την λαϊκή ρήση, θέτει "τα πράγματα στην θέση τους!" για αυτό και ο συγγραφές της είναι άξιος πολλών συγχαρητηρίων.  
 
Κλείνοντας τον πρόλογό μου, θέλω να μνημονεύσω τον Ιουλιανό τον Μέγα, τον τελευταίο φιλόσοφο κοσμοκράτορα του οικουμενικού Ελληνισμού. Ανάμεσα στα άλλα πολιτικά και πνευματικά πρότυπα του Ιουλιανού, έστεκε ως λαμπρός φάρος - υπόδειγμα, ο Στωϊκός φιλόσοφος και προκάτοχός του κοσμοκράτωρ Μάρκος Αυρήλιος. Γράφει, λοιπόν ο Ιουλιανός για τον Μάρκο Αυρήλιο:  
 
"..από παλαιότερα σκεπτόμουν ότι πρέπει να έχω ως πρότυπό μου τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Μάρκο Αυρήλιο, και όποιον άλλον διακρίθηκε για την αρετή του. Όμως, όταν συγκρίνω τα μεγέθη, με καταλαμβάνει φρίκη και τεράστιο δέος, επειδή νομίζω ότι βρίσκομαι παντελώς μακρυά από το θάρρος του πρώτου και καθόλου κοντά ώστε να φθάσω την τέλεια αρετή του δευτέρου". ("Θεμιστίωι φιλοσόφωι", 253b)  
 
Αλέξανδρος Χ. Μήτσιου
δρ Φιλοσοφίας